Αναδημοσιεύουμε το άρθρο της έντυπης έκδοσης της «Ελευθεροτυπίας» (8-4-2013) για τον καλό μας φίλο, εξαίρετο άνθρωπο και επαγγελματία Παρασκευά Σωτήραλη.
Στο τέλος του αφιερώματος της «Ελευθεροτυπίας» μπορείτε να διαβάσετε ένα παλαιότερο άρθρο του «Εν Μαλεώ» με τίτλο «Τα εν οίκω εν δήμω» που επί της ουσίας προτρέπει τους συμπατριώτες μας να ακολουθήσουν το παράδειγμα του Παρασκευά!
ΕΠΙ 22 χρόνια έφτιαχνε καζανάκια, ξεβούλωνε νεροχύτες, έβαζε εγκαταστάσεις, ό,τι έμαθε στη σχολή υδραυλικών, αλλά στην τελική ευθεία τον κέρδισε η πρώτη του αγάπη: η μελισσοκομία.
Στάζει μέλι όταν μιλάει για τα μελίσσια του ο Παρασκευάς Σωτήραλης και υποστηρίζει ότι το πρώτο αλκοολούχο ποτό δεν ήταν από σταφύλι, αλλά από μέλιΓια καιρό ασχολούνταν ερασιτεχνικά με τη μελισσοκομία, ώσπου βρόντηξε τα υδραυλικά και επέστρεψε οριστικά στο χωράφι. Η ζωή έτσι κι αλλιώς κάνει κύκλους, και εκείνος, μεσήλικας τότε πια και πατέρας τριών παιδιών, θυμήθηκε την εφηβεία του, όταν 14 χρόνων μάθαινε δίπλα στον πατέρα του να κλαδεύει «νυφούλες»-ελιές, να φυτεύει κρεμμύδια, να ασχολείται με ζώα και μελίσσια.
Ο 53άχρονος Παρασκευάς Σωτήραλης, ο Βούλης, όπως τον φωνάζουν οι φίλοι, από το Μεσοχώρι Βοιών του Δήμου Μονεμβασιάς Λακωνίας, απ' το 1994 μπήκε στο χορό και συνεχίζει να χορεύει.
Ας είχε και σχετική εμπειρία, το πάλεψε, πήγε σε μελισσοκομικά σεμινάρια του δήμου, παιδεύτηκε να τα εφαρμόσει στην πράξη, διάβασε, ξαναπήγε σε σεμινάρια, που οργάνωσε ο μελισσοκομικός συνεταιρισμός της περιοχής, στον οποίο είναι μέλος, και την προηγούμενη εβδομάδα συμμετείχε στην τριήμερη Εκθεση Λακωνικών Προϊόντων στο Μετρό του Συντάγματος.
Η παραγωγή του σε μέλι -ανθέων, θυμαρίσιο και ρεικίσιο- κυμαίνεται από 4 έως 5 τόνους το χρόνο, ενώ από τα 250 μελίσσια του βγάζει γύρη και κεραλοιφή για τα εγκαύματα και τις δερματικές παθήσεις. Δεν θυμάται πόσες φορές τον έχουν τσιμπήσει οι μέλισσες, ίσως χιλιάδες λέει, ίσως εκατομμύρια. Αλλά όποτε μιλά για τις μέλισσες, στάζει το δικό του στόμα... μέλι, είναι ολοφάνερη η αγάπη του γι' αυτά τα εκπληκτικά έντομα, που η κοινωνία τους τον συναρπάζει με τη φοβερή της οργάνωση. Από τη βασίλισσα ώς την τελευταία εργάτρια, όλες ξέρουν το ρόλο τους, που αλλάζει ανάλογα με την ηλικία τους.
Από αγάπη για τη μέλισσα βρέθηκε να παράγει και το μελιτόκρασο, ένα υδρόμελο, παραδοσιακό ηδύποτο των Βατίκων, από αρχαιοτάτων χρόνων, που οφείλει το όνομά του στο μήνα του μέλιτος. Μάλιστα, κατά τον Ελληνα γιατρό Ηρόδικο, το ποτό ήταν άριστο τονωτικό, προφανώς για να κρατούν οι νεόνυμφοι... δυνάμεις.
Το μελιτόκρασό του δημιουργείται από τα τρία είδη μελιού που παράγει, θυμαρίσιο, ανθέων και ρεικίσιο, με την προσθήκη νερού. Η διαδικασία παρασκευής του διαρκεί πάνω από ένα χρόνο και, αφού κάνει ζύμωση, όπως διαπιστώσαμε, πίνεται ευχάριστα ως λικέρ. Και όπως υποστηρίζει, το πρώτο αλκοολούχο ποτό, απ' ό,τι φαίνεται, δεν ήταν από σταφύλι, αλλά από μέλι.
Οι προσπάθειές του απέδωσαν καρπούς και σήμερα εκτός από μέλι παράγει και βιολογικό ελαιόλαδο 3 έως 6 τόνους, ανάλογα με τη χρονιά, σε 70 ιδιόκτητα χωράφια στη Λακωνία. Καλλιεργεί τις ποικιλίες κορωνέικη αλλά και αθηνολιά, και παράγει ελαιόλαδο με φρουτώδη γεύση εξαιτίας του μικροκλίματος της περιοχής Βατίκων.
«Τα εν οίκω εν δήμω» ( Εν Μαλεώ - Ιούλιος 2011 )
«Τα εν οίκω μη εν δήμω» έλεγαν οι αρχαίοι ημών προγονοί, θέλοντας να προστατέψουν την προσωπική τους ζωή και τις ατομικές τους δραστηριότητες. Σήμερα υπάρχουν όμως πολλοί λόγοι που κάνουν τις ατομικές κλίσεις , επιδεξιότητες, ενδιαφέροντα, ταλέντα, παράγωγα και ικανότητες να έρχονται στο «φως» και να αναδεικνύονται .
Στο παρελθόν, βιοτεχνικά είδη μικρής κλίμακας, γεωργικά, παραδοσιακά ή ευώδη προϊόντα ήταν δύσκολο να προβληθούν και να τύχουν εμπορικής συναλλαγής. Συνήθως όλα αυτά τα παρασκευάσματα έφταναν σε κάποια λαϊκή αγορά όπου εκθέτονταν προς το αγοραστικό κοινό. Μάλιστα πολλές φορές πωλούνταν μαζικά σε πολύ χαμηλές τιμές, αφού οι παραγωγοί ήθελαν να τα «ξεφορτωθούν», βγάζοντας τουλάχιστον τα έξοδα της παραγωγής τους.
Έτσι υπήρξε μια τύποις απαξίωση των προϊόντων, από τους ίδιους τους κατασκευαστές τους.Σήμερα το διαδίκτυο μπορεί να βοηθήσει τους παραγωγούς να διακινούν τα προϊόντα τους όχι μέσα από λαϊκές αγορές αλλά μέσα από τα λεγόμενα ηλεκτρονικά μαγαζιά ( e-shop). Τα e-shop είναι μια σύγχρονη ηλεκτρονική «λαϊκή αγορά» που δίνει την δυνατότητα της προβολής, της έκθεσης, της συνδιαλλαγής, όπως ακριβώς συμβαίνει και στις «λαϊκές αγορές».
Επιπλέον τα e-shop μειώνουν τα λειτουργικό κόστος των επιχειρήσεων γιατί έχουν την δυνατότητα να «πωλούν» από μόνα τους. Τα e-shop γνωστά και ως ηλεκτρονικά καταστήματα, είναι ιστότοποι στους οποίους μπορεί ο κάθε παραγωγός να ανανεώνει το περιεχόμενο του σε πραγματικό χρόνο (εικόνες, τιμές προϊόντων, εκπτώσεις, προσφορές, πλειστηριασμοί κλπ). Επίσης διαθέτουν τα απαραίτητα εργαλεία παρακολούθησης και αυτόματης διαχείρισης μιας ηλεκτρονικής παραγγελίας. Η διαδικασία έκθεσης των προϊόντων είναι απλή και μπορεί να αλλάξει δυναμικά χωρίς να απαιτεί ιδιαίτερες τεχνικές γνώσεις.Επιπρόσθετα τα e-Shop έχουν την δυνατότητα να δέχονται παραγγελίες όλο το 24ωρο, χωρίς διαχειριστικό κόστος, όπως θα είχαμε στην περίπτωση που δεχόμαστε μια τηλεφωνική παραγγελία.Τα παραδοσιακά προϊόντα πλέον έχουν «στρωμένο δρόμο» και μπορούν να φτάνουν στους τελικούς καταναλωτές με ένα «κλικ».
Τα γλυκά του κουταλιού που έφτιαχνε με μεράκι η γιαγιά μας, τα χειροποίητα ζυμαρικά, η παραγωγή χειροποίητων κεριών και ευωδών παρασκευασμάτων, χειροποίητα κοσμήματα και μπιζού είναι κάποια από τα είδη που μπορούν να διακινηθούν και να πωληθούν με ευκολία μέσα από τα «ηλεκτρονικά μαγαζιά».
Είναι ελπιδοφόρο σε μια περίοδο που τα λειτουργικό κόστος μειώνεται ολοένα και περισσότεροι μικροί επιχειρηματίες να επενδύουν στην λύση των ηλεκτρονικών μαγαζιών, διακινώντας μέσα από αυτά τα υψηλής ποιότητας προϊόντα τους. Οι αγροτικοί συνεταιρισμοί είναι εκείνοι που τόλμησαν πρώτοι να εμπορεύονται τα προϊόντα τους μέσω της «ηλεκτρονικής οδού». Ακολούθησαν οι γυναικείοι συνεταιρισμοί που κατασκεύαζαν χειροτεχνήματα και τοπικά εδέσματα.
Ο Αγροτουρισμός επίσης είναι ένα άλλο πεδίο που βρίσκει κανείς μέσα στα ηλεκτρονικά μαγαζιά. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα των Μαστιχοχωρίων της Χίου, που έχουν καταφέρει μέσα από το «Μαστίχα Shop» να διανέμουν τα εξαιρετικά παράγωγα της μαστίχας σε όλο τον κόσμο.Το παράδειγμα αυτό ζήλεψε και η δικιά μου οικογένεια που διαμένει μόνιμα στην εσχατιά της Λακωνίας. Έτσι μια μέρα είδα την μητέρα μου να συλλέγει όλα τα μουργόλαδα* της γειτονιάς και να τα αποθηκεύει σε μεγάλα βαρέλια (ο διάλογος που ακολουθεί είναι πραγματικός):
- «Τι είναι αυτά που μαζεύεις εκεί ;» της λέω…
- «Παλιά λάδια»,, μου αποκρίνεται.
- «Και τι θα τα κάνεις, ρε μάνα , στην ηλικία σου θα πρέπει να ξεκουράζεσαι και όχι να σηκώνεις βάρη», της απαντώ.
- «Δεν ξέρεις εσύ από αυτά, θα φτιάξω σαπούνι να πλενόμαστε» , μου ανταπαντά και συνεχίζει βάζοντας πλέον το εμπορικό της μυαλό να λειτουργήσει.
- «Να μου φέρεις καλούπια από την Αθήνα γιατί σκέφτομαι να πουλάω πλάκες σαπούνι από το διαδίκτυο και θέλω να με βοηθήσεις σε αυτό… Θα τα εξάγουμε και στην Ολλανδία που είναι ο αδερφός σου (είχε μεγαλεπήβολα σχέδια)».
Αυτό ήταν δεν ήθελε και πολύ. Η μητέρα μου είχε καταλάβει ότι μέσα από το Internet θα μπορούσε να ασχοληθεί με μια δραστηριότητα, την οποία τα περασμένα χρόνια δεν είχε τη δυνατότητα να υλοποιήσει. Να που, το μεράκι της για τα παραδοσιακά προϊόντα, βρίσκει πεδίο εφαρμογής!
Έτσι και τα καλούπια παραγγείλαμε και το e-Shop κατασκευάζουμε. Θα το εμπλουτίσουμε και με άλλα είδη φυσικά όπως κεριά, ζυμαρικά, ελαιόλαδο, παράγωγα ελιάς και παραδοσιακά γλυκά. Τα έσοδα από τις πωλήσεις θα τα μοιράζεται ισόποσα η οικογένεια και ευελπιστούμε να είναι αρκετά.
Έπρεπε να περάσουν όμως 2500 χρόνια περίπου, για να φτάσουμε εμείς οι νεοέλληνες να αναθεωρήσουμε το γνωμικό των προγόνων μας. Τα ποιοτικά προϊόντα, δηλαδή, που φτιάχνονται με τους κανόνες της πατρογονικής παράδοσης και πολιτιστικής μας κληρονομιάς , πρέπει οπωσδήποτε να τα μαθαίνουν οι καταναλωτές και να τυγχάνουν ευνοϊκότερης αντιμετώπισης. Για αυτό λοιπόν συνέλληνες γρηγορείτε: «Τα εν οίκω εν δήμω»!
|