Όπως κάθε χρόνο έτσι και φέτος το παραδοσιακό παιχνίδι "Μπαλιά" ή "Κοστα" που παίζεται κατά την διάρκεια της Μεγάλης Εβδομάδας στο χωριό μας αναβιώνει και πάλι! Μόνο που αρχή δεν έγινε στο χωριό αλλά στην Νυρεμβέργη της Γερμανίας στο σπίτι γνωστού συγχωριανού μας - και μάστορα του παιχνιδιού - κ. Παναγιώτη Δαμιανάκη ( Παπαδομανωλάκος ο Νεότερος).
Με τις ευχές για υγεία του οικοδεσπότη στους απανταχού Αγιονικολαίτες ,
ελπίζουμε και φέτος την Μεγάλη Εβδομάδα το παιχνίδι να δώσει μερικές
στιγμές χαράς στους συγχωριανούς αλλά και στους επισκέπτες του χωριού
μας. Με την ευχή να είμαστε όλοι εκεί σας υπενθυμίζουμε λίγα λόγια για
το παιχνίδι και την προέλευσή του ( Το κείμενο επιμελήθηκε ο κ. Μηνάς
Αναστασάκης.)
Κάθε Μεγάλη Εβδομάδα, με αποκορύφωμα τη σεπτή Μεγάλη Παρασκευή, συνηθίζεται από παλιά στον Άγιο Νικόλα να παίζεται το ομαδικό παιχνίδι κόστα. Παίζεται σ' ένα πλάτωμα του δρόμου, σ' ένα σπιτότοπο ή στην αυλή ενός καφενείου από νεαρούς ή και ώριμους άντρες.
Τα υλικά του παιχνιδιού είναι: Η τόκα (= ξύλο ως 25 πόντους από κορμό μικρού δέντρου ή καδρονιού), οι σιδερένιες μπάλες και τα μπαλιά. Οι μπάλες και τα μπαλιά ήταν παλαιότερα τα «βλήματα» των κανονιών του 1821, γι' αυτό τά 'φερναν από τα κάστρα της Μονοβάσιας και του Τσιρίγου.Το μέγεθος του κάθε ολοστρόγγυλου μπαλιού είναι έως ένα μανταρίνι, ενώ οι μπάλες είναι κάτι παραπάνω από ένα μεγάλο πορτοκάλι.
Το παιχνίδι είναι κατά κανόνα ομαδικό. Οι παίχτες χωρίζονται σε δύο ομάδες, με μάξιμουμ 3 πρόσωπα σε κάθε ομάδα. Γίνονται βέβαια και «μονομαχίες» 2 παικτών.
Σε κάθε παίκτη δίδονται κατά κανόνα 3 μπαλιά και μια μπάλα. Σκοπός του παιχνιδιού είναι το ποια ομάδα θα ρίξει τα μπαλιά και τις μπάλες της κοντύτερα εις την τόκα, που είναι ο περιπόθητος στόχος για το πλησίασμα σε αυτήν των μπαλιών. Ποιά ομάδα θα ρίξει το πρώτο μπαλί στην τόκα καθορίζεται με κλήρο («κορώνα - γράμματα» ή αλλιώς).
Το παιχνίδι αρχίζει
Αργά και προσεχτικά ρίχνεται από έναν καλό παίχτη της πρώτης ομάδας το πρώτο μπαλί, να πάει κοντά, να κολλήσει αν είναι δυνατόν στην τόκα. Εν συνεχεία άλλος καλός παίχτης της αντίπαλης ομάδας ρίχνει κι αυτός το μπαλί του, να πάει ακόμα πιο κοντά στην τόκα, να κερδίσει έτσι, σε πρώτη φάση, τον αντίπαλό του. Αν όμως το μπαλί της δεύτερης ομάδας απέχει περισσότερο απ' εκείνο των αντιπάλων, τότε άλλος της ίδιας ομάδας, επιτηδειότερος, ρίχνει δεύτερο μπαλί να προσεγγίσει την τόκα κατά την έννοια όσων είπαμε παραπάνω. Αυτό συνεχίζεται μέχρι να εξαντληθούν όλων τα μπαλιά.
Οι μεγάλες μπάλες και των δύο ομάδων χρησιμοποιούνται για σκόπευση και απομάκρυνση της τόκας, όταν αυτή έχει «περικυκλωθεί» μόνο από μπαλιά της αντίπαλης ομάδας ή για τη σκόπευση και την απομάκρυνση ενός μπαλιού που είναι πολύ κοντά στην τόκα και δύσκολα μπορεί να πλησιάσει άλλο μπαλί των αντιθέτων.
Όταν εξαντληθούν τα μπαλιά και οι μπάλες όλων των παικτών, παίρνουν μια βέργα, ως είδος μέτρου, και μετρούν ποιας ομάδας και πόσα από τα μπαλιά της είναι κοντύτερα στο στόχο (την τόκα). Η άλλη ομάδα, της οποίας τα μπαλιά είναι μακρύτερα χάνει αυτή την παρτίδα και δεν παίρνει κανένα πόντο. Τους πόντους όλους τους παίρνει η πρώτη ομάδα, κατά τον αριθμό των μπαλιών της που είναι κοντά, πλησιέστερα, προς την τόκα.
Εν συνεχεία το παιχνίδι ξαναρχίζει έως ότου η νικήτρια ομάδα να φτάσει τους 21 ή 25 πόντους, όπως εκ των προτέρων έχουν συμφωνήσει μεταξύ τους για την λήξη του παιχνιδιού.
Το στοίχημα ήταν, παλαιότερα, 2 οκάδες κρασί με μεζέ σαρακοστιανό: καλαμαράκια, φρέσκα κουκιά, αχινιούς, χαλβά... Τα έπιναν δε από κοινού οι δυο ομάδες, των νικητών και των ηττημένων.
Ο Παναγιώτης Δαμιανάκης ( Παπαδομανωλάκος ο νεότερος)
Τα διερχόμενα με βήμα ταχύ κορίτσια του χωριού έριχναν τις κλεφτές τους ματιές και κρυφοκαμάρωναν η κάθε μια εκείνον που είχε μέσα στην καρδιά της.
Το παιχνίδι αυτό, «τα κόστα», είναι άσκηση σκόπευσης μα και δύναμης των χεριών (ως προς το ρίξιμο της μεγάλης μπάλας), είναι δε σαφές κατάλοιπο του αρχαίου αθλήματος της ρίψης του λιθαριού.
Στην Καστανιά παίζεται επίσης κατά τη Μεγάλη Παρασκευή, αλλά με μικρές, πλακουτσές πέτρες, (τα μάδια) και όχι με σιδερένιες μπάλες όπως στο χωριό μας.
|